ΜΥΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
Μηχανική απόδοση του μυός
Ο μυς απαντά σε ένα ερέθισμα με μια απλή συστολή, ενώ σε αλλεπάλληλα ερεθίσματα, απαντά με τετανική συστολή που είναι άθροιση απλών συστολών. Ο χρόνος και το ύψος συστολής επηρεάζεται από τη κατανομή των μυϊκών ινών, την ένταση του ερεθίσματος και τη συχνότητα διέγερσης.
Ελαστικά στοιχεία του μυός
Η συμπεριφορά του μυός κατά τη συστολή προσδιορίζεται από τα συσταλτά, τα παράλληλα ελαστικά και τα ελαστικά στοιχεία στη σειρά. Τα συσταλτά στοιχεία αναφέρονται στα μυοϊνίδια, τα παράλληλα ελαστικά στον συνδετικό ιστό, που συνδέει τα τελικά σαρκομέρια, και στους τένοντες. Κατά τη τετανική διέγερση του μυός βραχύνονται τα συσταλτά στοιχεία και τεντώνουν τα ελαστικά στοιχεία σε σειρά, όπως τεντώνει ένα ελατήριο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την αποθήκευση μηχανικής ενέργειας, που μπορεί να αξιοποιηθεί σε αθλητικές προσπάθειες.
Είδη μυϊκής συστολής
Διακρίνουμε τρία είδη μυϊκής συστολής, την ισομετρική, τη μειομετρική και τη πλειομετρική. Κατά την ισομετρική συστολή το συνολικό μήκος του μυός παραμένει αμετάβλητο, κατά τη μειομετρική βραχύνεται και κατά τη πλειομετρική επιμηκύνεται. Με τη πλειομετρική συστολή παράγεται η μεγαλύτερη μυϊκή δύναμη και με την μειομετρική η μικρότερη.
Μηκο - δυναμική σχέση του μυός
Αυτή είναι μια θεμελιώδης ιδιότητα του μυός και ορίζει πως η μέγιστη δύναμη, που μπορεί να παράγει ένας μυς, εξαρτάται από το αρχικό του μήκος. Όταν το αρχικό μήκος τη στιγμή της διέγερσης, αντιστοιχεί στο μήκος ηρεμίας, ο μυς παράγει τη μεγαλύτερη δύναμη. Η εξάρτηση της μυϊκής δύναμης από το αρχικό μήκος συστολής του μυός, ερμηνεύεται με την υπόθεση ολίσθησης των μυονηματίων.
Ένα φαινόμενο μεγάλης πραχτικής σημασίας είναι ότι αν ο μυς σε ένα δοσμένο μήκος διαταθεί αμέσως πριν τη διέγερσή του, παράγει μεγαλύτερη δύναμη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι με τη διάταση αποθηκεύεται ενέργεια στα ελαστικά στοιχεία σε σειρά, που αξιοποιείται κατά τη συστολή που ακολουθεί.
Ταχο - δυναμική σχέση του μυός
Αυτή είναι μια άλλη θεμελιώδης ιδιότητα του μυός με μεγάλη πρακτική σημασία και ορίζει, πως όσο πιο γρήγορα συστέλλεται ένας μυς, τόσο πιο λίγη δύναμη παράγει. Από τη σχέση αυτή προκύπτει ότι η ανώτατη μυϊκή ισχύς επιτυγχάνεται όταν ο μυς βραχύνεται με το 1/3 της μέγιστης ταχύτητάς του και με μια επιβάρυνση που επίσης ισοδυναμεί στο 1/3 της μέγιστης ισομετρικής δύναμης.
Παράγοντες που επηρεάζουν τη δύναμη
Η μέγιστη δύναμη που μπορεί να παράγει ένας μυς εξαρτάται από τους εξής παράγοντες : α) τύπο μυϊκών ινών, β) είδος μυϊκής συστολής, γ) ταχύτητα μυϊκής συστολής, δ) αρχικό μήκος μυός, ε) προδιάθεση μυός, στ) μυϊκή μάζα, ζ) δράση μοχλών, η) διάταξη μυϊκών ινών, θ) ηλικία και φύλο, ι) ψυχολογικές αναστολές και ια) διατομικές διαφορές.
Ανάπτυξη της μυϊκής δύναμης
Στο σχεδιασμό ενός προγράμματος για τη βελτίωση της μυϊκής δύναμης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, τόσο οι αρχές επιβάρυνσης και εξειδίκευσης, όσο και η ένταση, διάρκεια και συχνότητα των προπονητικών ερεθισμάτων. Η μυϊκή δύναμη μπορεί να βελτιωθεί με μια μέγιστη ισομετρική συστολή, διαρκείας ενός δευτερολέπτου κάθε μέρα. Ο χρόνος που απαιτείται για να φθάσει ένας μυς το όριο δύναμής του, εξαρτάται από την αρχική του δύναμη. Η ικανότητα του μυός να προσαρμόζεται στα κατάλληλα προπονητικά ερεθίσματα και να αυξάνει τη δύναμή του, εξαρτάται από τη μυϊκή ομάδα, την ηλικία και το φύλο του ατόμου και επηρεάζεται από την υπεριώδη ακτινοβολία.
Υπάρχει αλληλεπίδραση των προπονητικών ερεθισμάτων. Με "ερεθίσματα δύναμης" βελτιώνεται ταυτόχρονα και η μυϊκή αντοχή, ενώ με "ερεθίσματα αντοχής" βελτιώνεται κύρια η μυϊκή αντοχή. Ταυτόχρονη εφαρμογή δύο διαφορετικών προγραμμάτων, που αποβλέπουν ξεχωριστά στη βελτίωση της μυϊκής δύναμης και αντοχής, περιορίζει τη μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων.
Οι μυϊκές προσαρμογές που προκαλούνται με τη προπόνηση αντιστρέφονται με τη διακοπή της. Ο ρυθμός παρακμής της μυϊκής δύναμης επηρεάζεται από τη συχνότητα προπόνησης πριν και το βαθμό ακινησίας μετά τη διακοπή της. Ο ρυθμός μείωσης της δύναμης είναι 1/3 πιο αργός από το ρυθμό αύξησής της.
Μυϊκή αντοχή
Η μυϊκή αντοχή αναφέρεται στην ικανότητα ενός μυός ή μιας ομάδας μυών, να διατηρεί ή να επαναλαμβάνει μια συστολή χωρίς κάματο. Σε ισομετρικές συστολές η μυϊκή αντοχή εξαρτάται από την επιβάρυνση, ενώ σε ρυθμικά εκτελούμενες ισοτονικές συστολές από την επιβάρυνση και τη συχνότητα των συστολών.
Μυϊκός κάματος
Ο μυϊκός κάματος χαρακτηρίζεται από μείωση της μυϊκής δύναμης ή αντοχής. Κατά τη μέγιστη βουλητική προσπάθεια ο κάματος εντοπίζεται στη νευρομυϊκή σύνδεση, όπου μειώνεται η απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης. Σε παρατεταμένες μυϊκές προσπάθειες, οφείλεται τόσο στο κεντρικό νευρικό σύστημα, όσο και στα μυϊκά κύτταρα.
Μυϊκός πόνος
Ο μυϊκός πόνος μπορεί να είναι προσωρινός ή καθυστερημένος. Προσωρινός πόνος παρατηρείται μετά από εξαντλητική προπόνηση, διαρκεί περίπου δύο ώρες και έχει σαν αποτέλεσμα τη μείωση της μέγιστης δύναμης. Γενεσιουργός του αιτία, φαίνεται να είναι η συσσώρευση προϊόντων του μεταβολισμού στους μυς. Ο καθυστερημένος πόνος κορυφώνεται μία ή δύο ημέρες μετά τη προπόνηση και διαρκεί μέχρι πέντε ημέρες. Η πρωταρχική του αιτία είναι η θλάση που γίνεται σε ένα μικρό αριθμό μυϊκών ινών και το τέντωμα μερικών ινών του συνδετικού ιστού.
Πηγή: ΕΡΓΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΜΥΙΚΗΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑΣ
ΒΑΣΙΛΗ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑ
.jpg)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου