Πώς αλλάζει η οστική πυκνότητα με την ηλικία;





Η οστική πυκνότητα αυξάνεται γρήγορα στην εφηβεία και φθάνει την μέγιστη τιμή της γύρω στην ηλικία των 30 χρόνων (βλέπε παρακάτω εικόνα). Από την ηλικία των 35 ετών περίπου και έπειτα, υπάρχει μια σταδιακή μείωση στην πυκνότητα, της τάξης του 0,5 - 1,0% το χρόνο μέχρι την εμμηνόπαυση. Στην εμμηνόπαυση, τα επίπεδα των οιστρογόνων και της προγεστερόνης μειώνονται σημαντικά και υπάρχει μια ταχεία απώλεια των ανόργανων συστατικών του οστού (μέχρι 8%το χρόνο) για πολλά χρόνια.



Σταδιακά, τα οστά προσαρμόζονται στα νέα επίπεδα των ορμονών και ο ρυθμός απώλειας μειώνεται στο 1% το χρόνο. Επομένως, μετά την εμμηνόπαυση αυξάνει ο  κίνδυνος για οστεοπόρωση και κατάγματα. Οι περιοχές με το μεγαλύτερο κίνδυνο είναι ο καρπός, η σπονδυλική στήλη και το ισχίο.
  Η μέγιστη οστική μάζα (δηλαδή η μεγαλύτερη τιμή που επιτυγχάνεται στη διάρκεια της ζωής) καθορίζεται μέχρι ένα βαθμό από τα γενετικά χαρακτηριστικά του ατόμου, αλλά μπορεί να αυξηθεί με τακτική άσκηση και να μειωθεί με την ακινησία, τις χρόνιες παθήσεις, το κάπνισμα, κάποια φάρμακα και, φυσικά με τα χαμηλά επίπεδα των γυναικείων ορμονών.
  Μπορείτε να επιβραδύνεται τη μείωση της οστικής μάζας λόγω της ηλικίας, με την άσκηση και την ορμονοθεραπεία. Ο κίνδυνος για κατάγματα λόγω της οστεοπόρωσης, σχετίζεται με τη μέγιστη οστική μάζα. Όσο μεγαλύτερη είναι αυτή, τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα οστεοπόρωσης. Σε αμηνορροϊκές αθλήτριες υπάρχει η ανησυχία ότι δε θα μπορέσουν ποτέ να φθάσουν τα πιθανά όρια της μέγιστης οστικής μάζας και επομένως, μπορεί να εμφανίσουν οστεοπόρωση από μικρότερη ηλικία και να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για κατάγματα.

Πηγή: η Διατροφή της Αθλούμενης Γυναίκας 
A. Bean - P. Wellington

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο